ΜΙΑ ΞΥΣΤΡΑ κάποτε σε ένα σχολείο ήθελε το μολύβι της να είναι πάντα ξυσμένο στην εντέλεια πριν ξεκινήσει να γράφει. "Η μύτη του μολυβιού πρέπει να είναι όσο καλύτερα ξυσμένη γίνεται", έλεγε στα άλλα σχολικά είδη, και δεν ικανοποιούνταν με τίποτα. Έπειτα πολλές φορές έσπαγε τη μύτη από την πολλή προσπάθεια και χρειαζόταν να ξαναξύσει το μολύβι μέχρι να το πετύχει όπως το ήθελε.
Ώσπου μια μέρα, η δασκάλα στο σχολείο έβαλε στα σχολικά είδη ως άσκηση για το σπίτι να γράψουν μια έκθεση με θέμα το περιβάλλον. Για να τα βοηθήσει μάλιστα, τα άφησε ελεύθερα να γράψουν όσες σελίδες ήθελαν. Η καλή μας ξύστρα που τόσο αγαπούσε το γράψιμο ενθουσιάστηκε μόλις το άκουσε, και έτσι επιστρέφοντας σπίτι δεν έχασε χρόνο: έβγαλε από την τσάντα της ένα μολύβι και ένα μεγάλο τετράδιο. Όταν όμως ακούμπησε το μολύβι πάνω στο χαρτί και άρχισε να γράφει, παρατήρησε ότι η μύτη του δεν ήταν καλά ξυσμένη, αφού το είχε ήδη χρησιμοποιήσει για τα μαθήματα του σχολείου.
Αμέσως έξυσε το μολύβι μέχρι η μύτη του να γίνει μυτερή. Όμως και πάλι, δεν πρόλαβε να γράψει δυο λέξεις, και σκέφτηκε να το ξαναξύσει ώστε να γίνει μυτερό. Δεν πρόλαβε να φτάσει στο τέλος της πρώτης γραμμής και ήδη το είχε ξύσει τρεις φορές.
"Αν συνεχίσω έτσι δε θα τελειώσω ποτέ!", αναφώνησε μόλις έγραψε μερικές ακόμη λέξεις και κοίταξε τη μύτη του μολυβιού. Αφού το έξυσε για ακόμη μια φορά, συνέχισε να γράφει, όμως σύντομα και από το πολύ ξύσιμο δεν είχε απομείνει μολύβι, παρά μόνο η άκρη του. "Ας πάρω λοιπόν ένα άλλο", σκέφτηκε αυτή, και δίχως να χάνει χρόνο έβγαλε ένα δεύτερο από την τσάντα της. Δεν πρόλαβε όμως να γράψει άλλες δυο-τρεις σειρές και τέλειωσε και το δεύτερό της μολύβι.
"Αν θέλω να παραδώσω την εργασία, καλύτερα να αγοράσω ολόκληρη κούτα από μολύβια", σκέφτηκε το βράδυ της ίδιας μέρας καθώς έφτανε στα μισά της πρώτης σελίδας, και παντού στο γραφείο και στο πάτωμα βρισκόντουσαν ξύσματα και απομεινάρια από χρησιμοποιημένα μολύβια. Έτσι την επόμενη μέρα πήγε σε ένα βιβλιοπωλείο για να αγοράσει μολύβια: γύρισε πίσω όχι με ένα, ούτε με δυο, αλλά με τρεις κούτες μολύβια, έτοιμα για ξύσιμο.
Μόλις κάθισε στο γραφείο της, άρχισε να ξύνει τις μύτες από τα μολύβια και να γράφει στο χαρτί με τέτοιο ενθουσιασμό που ένιωθε πως τίποτα δεν την σταματούσε. Τα ξύσματα και τα μισοτελειωμένα μολύβια άρχισαν να κάνουν στοίβες στο πάτωμα.
"Είμαι σίγουρη πως έγραψα ένα αριστούργημα για το περιβάλλον!", αναφώνησε η ξύστρα μόλις τέλειωσε την έκθεση και πήρε να τη διαβάσει για να διορθώσει τυχόν λάθη. Όμως τότε άκουσε ένα χτύπημα στην πόρτα της. Ήταν ένας κέδρος που ήρθε να την επισκεφτεί από το γειτονικό δάσος, καθώς και μια ολόκληρη ομάδα από δέντρα, κάποια από τα οποία κρατούσαν πανό που έγραφαν «ΠΡΟΣΤΑΤΕΨΤΕ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ».
"Μας συγχωρείτε κυρία ξύστρα, αλλά αν συνεχίσετε έτσι σύντομα δε θα μείνει δέντρο για δέντρο...", της είπε ο κέδρος μόλις αυτή άνοιξε την πόρτα. Έπειτα της έδειξε έξω το παράθυρο από το οποίο φαίνονταν εκατοντάδες δέντρα κομμένα, και της εξήγησε ότι το ξύλο των μολυβιών προέρχεται από κέδρους, τους οποίους οι ξυλοκόποι έκοβαν και έδιναν στην τοπική βιομηχανία. Η ξύστρα δάκρυσε μόλις είδε το έρημο τοπίο, που σε τίποτα δε θύμιζε πια δάσος.
"Εμένα συγχωρείτε...", τους είπε αυτή με δάκρυα στα μάτια μόλις κατάλαβε τι είχε κάνει και κοίταξε τους σωρούς από ξύσματα στο έδαφος. "Ίσως θα μπορούσα να είχα γράψει αυτή τη μια σελίδα με μόνο ένα μολύβι και να γλιτώναμε όλη αυτή την καταστροφή...", συμπλήρωσε κοιτάζοντας όσα είχε γράψει μέχρι εκείνη τη στιγμή, και από εκείνη τη μέρα το πήρε απόφαση να κάνει οικονομία με τα μολύβια.